Δευτέρα 1 Αυγούστου 2011

Από πού προέρχεται η λέξη “μήνας”;


Η προέλευση της λέξης «μήνας», εξέλιξη της αρχαιοελληνικής «μην», με πρώτη καταγραφή στη συλλαβική γραφή των αρχαίων Μυκηναίων (me-no, του μηνός), είναι αρχαιότατη.
Η λέξη «μην» σήμαινε αρχικά τη Σελήνη (άλλη αρχαιοελληνική ονομασία: μήνη), αλλά και το διάστημα μιας πλήρους περιφοράς της Σελήνης γύρω από τη Γη. Το διάστημα αυτό αντιστοιχεί σε 29 ή 30 μέρες, τον λεγόμενο σεληνιακό μήνα.
Το γεγονός ότι οι άνθρωποι χρησιμοποίησαν από πολύ νωρίς στην ιστορία τους τον κύκλο της Σελήνης για να μετρούν το χρόνο, αντανακλάται στην κοινή ινδοευρωπαϊκή ρίζα της λέξης «μην»: Το αρχικό ινδοευρωπαϊκό θέμα me, από το οποίο παράγονται λέξεις με τη σημασία του «μετρώ, ορίζω» (αυτή είναι και η προέλευση της λέξης «μέτρον»), καθώς και το παραγόμενο ινδοευρωπαϊκό θέμα men-s, που έχει τη διπλή σημασία «σελήνη», «σεληνιακός μήνας».
Η κοινή αυτή ινδοευρωπαϊκή προέλευση ανιχνεύεται, τόσο γραμματικά όσο και σημασιολογικά, στις περισσότερες ευρωπαϊκές γλώσσες, που ανήκουν στην ινδοευρωπαϊκή γλωσσική οικογένεια: mensis στα λατινικά, mois στα γαλλικά, month (μήνας) και moon (σελήνη) στα αγγλικά, mena (σελήνη) και menops (μήνας) στα αρχαία γοτθικά, mano (σελήνη) και monat στα αρχαία γερμανικά κ.λ.π.



 Λίζα Μελλά (pyles.tv)


1 σχόλιο:

  1. Πρός Λίζα Μελλά.
    Περί νδοευρωπαϊκής γλώσσας:
    Μηνώ, εκ του μηνύω= αποκαλύπτω μυστικό, φανερώνω, προδίδω, ποιώ τι γνωστόν, αναγγέλω, διακηρύττω, δεικνύω (εξ ου και μηνυτής= ο φέρων εις το φως, αποκαλύπτων, καταμηνύων) ["Μέγα Λεξικόν της ελληνικής Γλώσσης", Liddell-Scott]

    Αλλά μηνάς σημαίνει και μήνη, δηλαδή "σελήνη, ιδιαίτερα κατά τας πρώτας ή τελευταίας ημέρας της φάσεως αυτής" για αυτό και ο μήνας (μην) ουσιαστικά σημαίνει"το χρονικόν διάστημα καθ' ο η σελήνη διαγράφει την τροχιά της πραγματοποιούσα μίαν περιφοράν περί την γην".["Μέγα Λεξικόν όλης της Ελληνικής Γλώσσης", Δ.Δημητράκου], το οποίον "μήνη" (καθώς και το κύριο όνομα "Μηνάς", εκ του μένος), η Άννα Τζιροπούλου ("Ο εν τη λέξει λόγος") ετυμολογεί: "Μήνη, η σελήνη, εκ του μένος (=φρένες, πνεύμα), "μετρώ", ως μέτρον του μηνός."

    Το "Ετυμολογικόν Μέγα" αναφέρει: "Το δε μην (μήνας) γίνεται από του μήνη, ο σημαίνει τη σελήνην' δια αυτής γαρ τελειούται ο μην.[...] Το δε μήνη, ή από του μήνις, ο σημαίνει την οργήν' αυτή γαρ το πάθος ανάπτουσιν' ή από του μη μένειν εν τω αυτώ, αλλά ποτέ μεν μειούσθαι, ποτέ δε αύξεσθαι."
    Υ.γ.
    Ινδοευρωπαϊκή είναι η σκέψις σάς εξίσου κι΄η βλακεία σάς!

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Share